Ο Απόστολος Ιάκωβος ήταν υιός του Ζεβεδαίου και πρεσβύτερος αδελφός του Ευαγγελιστού Ιωάννου. Καταγόταν κι αυτός από την Βησθαϊδά της Γαλιλαίας. Ασχολούνταν με την αλιεία, μαζί με τον Ιωάννη και συνεργάτης τους ήταν ο Απόστολος Πέτρος.
Ο Ιάκωβος, μαζί με τον Ιωάννη επέδειξαν μεγάλο ζήλο ως Μαθητές του Κυρίου. Γι’ αυτό και έγιναν μάρτυρες πολλών μεγάλων γεγονότων, που δεν τα εβίωσαν οι άλλοι Απόστολοι.
Έγιναν αποκλειστικοί μάρτυρες της Μεταμορφώσεως του Κυρίου. Είδαν την θαυμαστή ανάσταση της θυγατέρας του Ιάρειου και είχαν την ευλογία να προσκληθούν από τον Ιησού κοντά Του, κατά τις ώρες της προσευχής και της αγωνίας Του στο κήπο της Γεσθημανή.
Μετά την Πεντηκοστή ο Απόστολος Ιάκωβος κήρυξε το Ευαγγέλιο στην ευρύτερη περιοχή της Παλαιστίνης. Μεγάλο πλήθος ανθρώπων μεταστρεφόταν στη νέα πίστη και άλλαζε τρόπο ζωής χάρη στο έργο του Ιακώβου.
Αυτό ενόχλησε ιδιαίτερα τους άρχοντες των Ιουδαίων, οι οποίοι, το έτος 44 μ.Χ. τον συνέλαβαν και τον αποκεφάλισαν, με διαταγή του Ηρώδη Αγρίππα.