
Ἡ γκρίνια γίνεται συνήθεια, γιατί ἡ γκρίνια φέρνει γκρίνια καὶ ἡ κακομοιριὰ φέρνει κακομοιριά. Ὅποιος σπέρνει κακομοιριά, θερίζει κακομοιριὰ καὶ ἀποθηκεύει ἄγχος. Ἐνῶ ὅποιος σπέρνει δοξολογία δέχεται τὴν θεϊκὴ χαρὰ καὶ τὴν αἰώνια εὐλογία. Ὁ γκρινιάρης, ὅσες εὐλογίες κι ἂν τοῦ δώσει ὁ Θεός, δὲν τὶς ἀναγνωρίζει…
Γι’ αὐτὸ ἀπομακρύνεται ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν πλησιάζει ὁ πειρασμός, τὸν κυνηγάει συνέχεια ὁ πειρασμὸς καὶ τοῦ φέρνει ὅλο ἀναποδιές, ἐνῶ τὸν εὐγνώμονα τὸν κυνηγάει ὁ Θεὸς μὲ τὶς εὐλογίες Του.
Ήταν κάποτε δύο γεωργοί… Ο ένας είχε ένα χωράφι και εργαζόταν όσο μπορούσε, χωρίς άγχος. Μερικές φορές δεμάτια σάπιζαν από την βροχή, γιατί δεν προλάβαινε να τα μαζέψει και άλλα του τα σκόρπιζε ο αέρας… Όμως για όλα έλεγε Δόξα Σοι ο Θεός και όλα του πήγαιναν καλά γιατί ζούσε και με τα λίγα αφού Ευχαριστούσε πάντοτε τον Κύριο.
Ο άλλος είχε πολλά κτήματα και αγελάδες και συνεχώς γκρίνιαζε… Ποτέ δεν έλεγε δόξα Σοι ο Θεός, ήταν όλο γκρίνια ήταν. Είχε τα πάντα γύρω του αλλά δεν τα έβλεπε και παρά τα πλούτη προκοπή δεν έκανε!
Η γκρίνια έχει κατάρα. Με αυτήν ο άνθρωπος καταριέται ο ίδιος τον εαυτό του. Για αυτό λέω, η δοξολογία είναι μεγάλη υπόθεση. Από μας εξαρτάται, αν γευθούμε ή όχι τις ευλογίες που μας δίνει ο Θεός.
Όσιος Παΐσιος ο Αγιορείτης
