
Ο Άγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στη Νεοκαισάρεια του Πόντου το 332 μ.Χ. και ήταν αδελφός του Μεγάλου Βασιλείου. Παίρνει την ίδια μόρφωση και ξεχωρίζει για την ευφυΐα του, την επιμέλειά του και την ιδιοφυΐα του.
Ο Γρηγόριος, στα σαράντα του χρόνια, γίνεται επίσκοπος Νύσσης. Οι Αρειανοί, τον κατηγόρησαν ότι εξελέγη Επίσκοπος αντικανονικά και σφετερίσθηκε χρήματα της Εκκλησίας.
Ο αυτοκράτορας Ουάλης καθαιρεί τον Γρηγόριο ερήμην, από σύνοδο Αρειανών Επισκόπων του Πόντου και της Γαλατίας. Και ο Γρηγόριος, καταδιωκόμενος, αναγκαζόταν να κρύβεται.
Η περιπέτεια έληξε τον Αύγουστο του έτους 378 μ.Χ., όταν πέθανε ο Ουάλης και ο Γρηγόριος επανήλθε στη Νύσσα, όπου του επιφυλάχθηκε θριαμβευτική υποδοχή.
Ο Θεός τον αξιώνει επίσης, να γίνει το κυριότερο όργανο Του στη Β’ Οικουμενική σύνοδο, το 381 μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη, και κατατροπώνει στην κυριολεξία τους πνευματομάχους του Μακεδονίου.
Πέθανε ειρηνικά, αφού άφησε πολύ αξιόλογα έργα: ερμηνευτικά, δογματικά, κατηχητικά, λόγους ηθικούς, εορταστικούς, εγκωμιαστικούς, επιταφίους και έναν επιμνημόσυνο στον αδελφό του Μέγα Βασίλειο.