Ο Άγιος Καλλιόπιος καταγόταν από την Πέργη της Παμφυλίας και έζησε στα χρόνια του Διοκλητιανού.
Η μητέρα του Θεόκλεια τον μεγάλωσε και τον γαλούχησε με τα αθάνατα ρήματα της χριστιανικής πίστης.
Έτσι στην περίοδο των διωγμών, ο νεαρός Καλλιόπιος, όχι μόνο δε φοβήθηκε αλλά αντιθέτως εμψύχωνε και παρηγορούσε τους ολιγόψυχους.
Ο Καλλιόπιος χωρίς κανένα δισταγμό αλλά με την τόλμη και παρρησία που τον διέκριναν παρουσιάσθηκε αυτοβούλως στον έπαρχο Μάξιμο να τον προειδοποιήσει ότι θα λογοδοτήσει στο Θεό για τα εγκλήματά τα οποία διαπράττει εναντίον πιστών ανθρώπων.
Έξαλλος ο έπαρχος διέταξε να τον συλλάβουν, να τον βασανίσουν, να τον κλείσουν στη φυλακή και τελικά τη θανάτωσή του.
Μαρτύρησε με σταυρικό θάνατο κατά σύμπτωση την Μεγάλη Παρασκευή και έλαβε κατ’ αυτό το τρόπο το αμαράντινο στεφάνι του μαρτυρίου.