Κατά Ιωάννη Γ'(3) 22-33
Μετὰ ταῦτα ἦλθεν ὁ ᾿Ιησοῦς καὶ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ εἰς τὴν ᾿Ιουδαίαν γῆν, καὶ ἐκεῖ διέτριβε μετ’ αὐτῶν καὶ ἐβάπτιζεν.
ἦν δὲ καὶ ᾿Ιωάννης βαπτίζων ἐν Αἰνὼν ἐγγὺς τοῦ Σαλείμ, ὅτι ὕδατα πολλὰ ἦν ἐκεῖ, καὶ παρεγίνοντο καὶ ἐβαπτίζοντο·
οὔπω γὰρ ἦν βεβλημένος εἰς τὴν φυλακὴν ὁ ᾿Ιωάννης.
᾿Εγένετο οὖν ζήτησις ἐκ τῶν μαθητῶν ᾿Ιωάννου μετὰ ᾿Ιουδαίου περὶ καθαρισμοῦ.
καὶ ἦλθον πρὸς τὸν ᾿Ιωάννην καὶ εἶπον αὐτῷ· ραββί, ὃς ἦν μετὰ σοῦ πέραν τοῦ ᾿Ιορδάνου, ᾧ σὺ μεμαρτύρηκας, ἴδε οὗτος βαπτίζει καὶ πάντες ἔρχονται πρὸς αὐτόν.
ἀπεκρίθη ᾿Ιωάννης καὶ εἶπεν· οὐ δύναται ἄνθρωπος λαμβάνειν οὐδέν, ἐὰν μὴ ᾖ δεδομένον αὐτῷ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ.
αὐτοὶ ὑμεῖς μοι μαρτυρεῖτε ὅτι εἶπον· οὐκ εἰμὶ ἐγὼ ὁ Χριστός, ἀλλ’ ὅτι ἀπεσταλμένος εἰμὶ ἔμπροσθεν ἐκείνου.
ὁ ἔχων τὴν νύμφην νυμφίος ἐστίν· ὁ δὲ φίλος τοῦ νυμφίου, ὁ ἑστηκὼς καὶ ἀκούων αὐτοῦ, χαρᾷ χαίρει διὰ τὴν φωνὴν τοῦ νυμφίου. αὕτη οὖν ἡ χαρὰ ἡ ἐμὴ πεπλήρωται.
ἐκεῖνον δεῖ αὐξάνειν, ἐμὲ δὲ ἐλαττοῦσθαι.
ὁ ἄνωθεν ἐρχόμενος ἐπάνω πάντων ἐστίν. ὁ ὢν ἐκ τῆς γῆς ἐκ τῆς γῆς ἐστι καὶ ἐκ τῆς γῆς λαλεῖ· ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἐρχόμενος ἐπάνω πάντων ἐστί,
καὶ ὃ ἑώρακε καὶ ἤκουσε, τοῦτο μαρτυρεῖ, καὶ τὴν μαρτυρίαν αὐτοῦ οὐδεὶς λαμβάνει.
ὁ λαβὼν αὐτοῦ τὴν μαρτυρίαν ἐσφράγισεν ὅτι ὁ Θεὸς ἀληθής ἐστιν.
Ο Ιησούς και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής
Μετά από αυτά ήρθε ο Ιησούς και οι μαθητές του στη γη της Ιουδαίας, και εκεί έμεινε μαζί τους και βάφτιζε.
Τότε και ο Ιωάννης βάφτιζε στην Αινών, κοντά στο Σαλείμ, επειδή υπήρχαν εκεί πολλά νερά, και έρχονταν και βαφτίζονταν.
Γιατί ο Ιωάννης δεν ήταν ακόμα ριγμένος στη φυλακή.
Έγινε, λοιπόν, συζήτηση από τους μαθητές του Ιωάννη με έναν Ιουδαίο σχετικά με τον καθαρισμό.
Και ήρθαν προς τον Ιωάννη και του είπαν: «Ραβί, αυτός που ήταν μαζί σου πέρα από τον Ιορδάνη, για τον οποίο εσύ έχεις μαρτυρήσει, δες, αυτός βαφτίζει και όλοι έρχονται προς αυτόν».
Ο Ιωάννης αποκρίθηκε και είπε: «Ο άνθρωπος δε δύναται να λαβαίνει ούτε ένα πράγμα αν δεν του είναι δοσμένο από τον ουρανό.
Εσείς οι ίδιοι μαρτυρείτε για μένα ότι είπα, “δεν είμαι εγώ ο Χριστός”, αλλά “είμαι απεσταλμένος πριν από εκείνον”.
Όποιος έχει τη νύφη είναι γαμπρός. Και ο φίλος του γαμπρού, που έχει σταθεί και τον ακούει, χαίρεται πάρα πολύ για τη φωνή του γαμπρού. Αυτή λοιπόν η χαρά η δική μου έχει ολοκληρωθεί.
Εκείνος πρέπει να αυξάνει, ενώ εγώ να ελαττώνομαι».