
Ο Άγιος Αρτέμων άκμασε κατά την περίοδο της βασιλείας του Διοκλητιανού (285 – 305 μ.Χ.) και ήταν πρεσβύτερος της Εκκλησίας της Λαοδίκειας στη Συρία.
Ο Άγιος, μετέβη στη Μικρά Ασία όπου χειροτονήθηκε επίσκοπος.
Για να αποφύγει την ανθρώπινη δόξα, πήγε στο ακρωτήριο Ανεμούριο. Εκεί δεν βρήκε πλοίο, αλλά φωτεινή νεφέλη και θεία δύναμη τον άρπαξε και τον μετέφερε στο ακρωτήριο Κορμακίτης της Κύπρου.
Υπήρχε τότε στο νησί τοποθεσία με το όνομα Αυλών, γεμάτος πνεύματα ακάθαρτα, όπου ο Αρτέμων, έδιωξε με την προσευχή του τους δαίμονες, και έκανε να αναβλύσει πηγή ύδατος προς αγιασμό ψυχών και σωμάτων.
Το Αγίασμά του έγινε κατόπιν Βαπτιστήριο, του οποίου το νερό ήταν ορατό μόνο μία φορά τον χρόνο, μετά τη θεία Λειτουργία του Μεγάλου Σαββάτου, οπότε γίνονταν οι βαπτίσεις των βρεφών, και τελούνταν μεγάλα θαύματα.
Μετά από λίγο καιρό ο Άγιος αναπαύθηκε εν ειρήνη στον Αυλώνα, όπου και τάφηκε το σώμα του από τους μαθητές του, που είχαν έλθει από τη Λαοδίκεια.
Τεμάχιο του ιερού λειψάνου του Αγίου σώζεται, σε παλαιά ξύλινη λειψανοθήκη, στην Ιερά μονή Κύκκου.